Η παραδοσιακή αναστήλωση της Notre Dame
Η ανακατασκευή του καθεδρικού ναού της Παναγίας των Παρισίων που καταστράφηκε σε πυρκαγιά το 2018 έχει παράγει συναρπαστικές ειδήσεις. Η ολοκλήρωση του καμπαναριού με τον μεσαιωνικό τρόπο οικοδόμησης είναι μια από αυτές.
Φέτος τον Δεκέμβριο, ο γοτθικός καθεδρικός ναός της Notre-Dame στο Παρίσι πρόκειται να ανοίξει ξανά τις πόρτες του, πέντε χρόνια μετά την καταστροφική πυρκαγιά που γκρέμισε το κωδωνοστάσιό του και κατέστρεψε μεγάλο μέρος της στέγης του.
Χαμένο για πάντα, το καμπαναριό του Eugène Viollet-le-Duc ανακατασκευάστηκε, πανομοιότυπο. Τα 16 αγάλματα, τα οποία μπορεί κανείς να θαυμάσει ακόμη αποκατεστημένα στο Cité de l’architecture et du patrimoine, και ο κόκορας, που σώθηκαν από τη φωτιά, θα επιστρέψoυν στη θέση τους, στο καμπαναριό.
Αυτή τη φορά την είδηση για την πρόοδο των εργασιών την αλιεύσαμε από το τουίτερ και το λογαριασμό της δημοσιογράφου και συγγραφέα Agnes C. Poirier που έχει γράψει κι ένα βιβλίο για τη Notre–Dame.
Μετά την ολοκλήρωση του καμπαναριού σειρά έχει η ανακατασκευή της οροφής της κεντρικής κλιτύος του ναού.
Έτσι λοιπόν, προχθές που οι εξειδικευμένοι μαραγκοί ολοκλήρωσαν τον ξύλινο σκελετό, σύμφωνα με την αρχαία παράδοση ανέθεσαν στον νεότερο, σε ηλικία, τεχνίτη να δέσει ένα μπουκέτο με λουλούδια στην κορυφή της ξύλινης κατασκευής, το βλέπετε στη φωτογραφία αριστερά.
Ο 19χρονος Λεονάρ χαμογελάει πανευτυχής και συγκινημένος για την τύχη του να γίνει μια ψηφίδα στο παλίμψηστο της ιστορίας του ανθρώπου.«Όλβιος!», θα αναφωνούσαν οι αρχαίοι ημών που τη σκέψη τους χαρακτήριζε πρωτίστως η ιστορικότητα.
Πηγή της είδησης και των φωτογραφιών εδώ.
Αλλα όπως ξέρετε όσοι μας διαβάζετε καιρό, δεν γίνεται να σταματήσουμε εδώ.
Είκοσι, μόλις, αράδες, χρειάστηκε ο ανυπέρβλητος Βίκτωρ Ουγκώ για να περιγράψει την πρόσοψη της Παναγίας των Παρισίων. Και το απόσπασμα από μόνο του, εκτός από το ίδιο το μυθιστόρημα, έχει βρει τη θέση του στην ιστορία της παγκόσμιας Λογοτεχνίας.
Όσοι δεν έχουν ασχοληθεί πολύ με τη ζωή του συγγραφέα πιθανότατα δεν γνωρίζουν ότι «έπιαναν τα χέρια του». Αγόραζε έπιπλα και άλλα αντικείμενα από τα παζάρια και τα μεταμόρφωνε. Το σπίτι του στην Hauteville, στη Νορμανδία όπου έζησε εξόριστος μαρτυρά αυτή τη δραστηριότητα.
Ο άνθρωπος δεν έχτιζε κόσμους μόνο με τις λέξεις, ήθελε να τους χτίσει και με τα ίδια του τα χέρια. Επόμενο, λοιπόν, να έχει μαγευτεί από το γοτθικό ναό.
Στο 1ο κεφάλαιο του 3ου μυθιστορήματος λοιπόν, αφού περιγράψει την αρχιτεκτονική σύνθεση του ναού και τη χαρακτηρίσει επική ως «Ιλιάδες και Romanceros μαζί», αναφέρεται στον ανθρώπινο παράγοντα: τους αρχιτέκτονες και τους εργάτες. Δηλαδή στους ανθρώπους που βλέπουμε σήμερα στη φωτογραφία:
«Από κάθε πέτρα βλέπουμε να αναδύεται με εκατό τρόπους η φαντασίωση του εργάτη πειθαρχημένη από την ιδιοφυΐα του καλλιτέχνη. ‘Ενα είδος ανθρώπινης δημιουργίας ισχυρό και γόνιμο σαν θεϊκό δημιούργημα από το οποίο δείχνει να έχει κλέψει τον διττό του χαρακτήρα: την πολυμορφία και την αντοχή στο χρόνο».